ἰθυτμής

ἰθυτμής
ἰθυ-τμής, ῆτος, u. ἰθύ-τομος, grade geschnitten, gradegehend

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιθυτμής — ἰθυτμής, ὁ (Α) ο ιθύτομος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰθύς (Ι) + τμής (< θ. τμη τού τέμνω, πρβλ. παθ. αόρ. ε τμή θην), πρβλ. ημι τμής, φλεβο τμής] …   Dictionary of Greek

  • ιθύς — (I) ἰθύς, εῑα, ύ, θηλ. και ιθέα (ΑΜ) 1. ευθύς, ίσιος 2. δίκαιος, σωστός, ειλικρινής μσν. φρ. «ἐς τὸ ἰθύ» επί τού θέματος αρχ. 1. (το αρσ. και το ουδ. ως επίρρ.) ἰθύς και ἰθύ α) τοπ. κατευθείαν εναντίον κάποιου β) χρον. αμέσως, ευθύς, παρευθύς 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”